Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Πριν τριάντα (30) χρόνια ο νεοσύστατος τότε Δήμος του Αντιρρίου σε συνεργασία με τον τότε Διευθυντή του Δημοτικού Σχολείου κ Θωμά Παναγιωτόπουλο εξέδωσε ένα μικρό βιβλιαράκι που παρουσιάζει   την τοπική μας ιστορία, μια ιστορία  που έρχεται από τα βάθη των χρόνων και φτάνει μέχρι το 1991.
Ανασύραμε από τη βιβλιοθήκη μας το εγχειρίδιο αυτό,- ίσως  σήμερα ελάχιστα τεύχη να υπάρχουν- το ψηφιοποιήσαμε -μιας και οι εποχές αλλάζουν- και σας το παρουσιάζουμε με την προσθήκη μόνο των φωτογραφιών.
Την νέα αυτή ψηφιακή έκδοση την αφιερώνουμε στους νέους της εποχής μας.




ΑΝΤΙΡΡΙΟΜΟΛΥΚΡΕΙΟ - ΜΑΚΥΝΕΙΑ

ΠΡΟΣΦΟΡΑ

ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΝΤΙΡΡΙΟΥ

1992

"Ο Δήμος Αντιρρίου, στα πλαίσια του πρώτου έτους λειτουργίας του, ανέθεσε στο
δάσκαλο του Δημοτικού Σχολείου Αντιρρίου, κ. Θωμά
Παναγιωτόπουλο
να αναζητήσει και να καταγράψει τα ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται στους συνοικισμούς,     που τον απαρτίζουν.
Π.Παπαμιχαήλ

Τα συγκεντρωθέντα στοιχεία, πολλά εκ των οποίων είναι πρωτόγνωρα για πολλούς, αποτέλεσαν το παρόν εγχειρίδιον. Με μεγάλη χαρά και ικανοποίηση το αφιερώνει σε όλους του κατοίκους του Δήμου και ειδικότερα στους νέους, οι οποίοι πρέπει να γνωρίζουν την ιστορία του τόπου τους, γιατί αποτελεί ανεξάντλητη πηγή για κάθε τι το ωραίο, το δημιουργικό.
Ο Δήμαρχος του Δήμου Αντιρρίου
Παναγιώτης Παπαμιχαήλ.











Το Μολύκρειο (Μολύκρεια) κοντά στο Ακρωτήριο Αντίρριο (το επονομαζόμενο Μολύκριον Ρίον) και η Μακύνεια (Μακυνία) ήταν δύο από τις πιο αξιόλο­γες πόλεις των Αιτωλών. Έ­λαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, προσφέροντας στρατό αλλά και πλοία, κά­τω από τις οδηγίες του αν­δρείου βασιλιά των Αιτω­λών, Θόα. Ο Όμηρος στην Iλιάδα αναφέρει: "Των δε Αι­τωλών ηγεμών ήτο ο Θόας ο υιός του Ανδραίμονος. Τού­τον ηκολούθουν τεσσαράκοντα μέλανα πλοία". (Ίλιάδα Β. 638).
Οι κάτοικοι των πόλεων Μολύκρειας και Μακυνίας ονομάζονται Αιτωλοί και συνήθως τους κατηγορού­σαν για σκαιότητα, ακολα­σία και ως φιλάρπαγες. Ή­ταν όμως μαχητές, άριστοι ακοντιστές και ανδρείοι. Σαν λαός ήταν απαίδευτος, σχεδόν πάντοτε ελεύθερος και κατοικούσαν σε πόλεις ατοιχίστους. Ο Θουκυδίδης το επιβεβαιώνει λέγοντας: "το γαρ έθνος μέγα μεν είναι το των Αιτωλών και μάχιμον, οικούν δε κατά κώμας
ατείχιστους, και ταύτας δια πολλού".
Σπουδαίες πόλεις κοντά στο Μολύκρειο και τη Μα­κύνεια των Αιτωλών ήταν: η Ναύπακτος, η Καλυδώνα, η Παλιά και Νέα Πλευρώνα, το Αιγίτιον, το Τείχιον, η Η­ράκλεια, το Κροκύλειο, η Ποτιδάνεια κ.α.

ΑΝΤΊΡΡΙΟ

ΓΕΝΙΚΑ: Ο οικισμός του Αντιρρίου πριν εκατό και πλέον χρόνια δεν ήταν στη σημερινή του θέση, αλλά βο­ρειότερα προς την περιοχή του ιστορικού Μολυκρείου, στη      θέση Αϊ-Γιώργη.          Ο λό­γος που προφανώς ανάγκα­σε τους κατοίκους να χτί­σουν τα σπίτια τους εκεί ή­ταν το υγρό και ανθυγιεινό κλίμα, που είχε ο γύρω από το κάστρο χώρος. Τα βούρ­λα και τα στάσιμα νερά              απο­τελούσαν τότε, πηγή θανά­του και ζωής για τους ξωμάχους κατοίκους του "Αγίου Γεωργίου".
Το 1895 ιδρύθηκε Δημό­σιο Δημοτικό Σχολείο με τον τίτλο "Δημοτικό Σχολείο Αγίου Γεωργίου" και είχε έ­δρα το στρατώνα, που βρι­σκόταν μέσα στο φρούριο. Η ονομασία του σχολείου παρέμεινε ίδια μέχρι το 1906 οπότε και μετονομάστηκε σε "Δημοτικό Σχο­λείο Αντιρρίου".
Ύστερα από έξι περίπου χρόνια, στις 31.8.1912 με Βασιλικό Διάταγμα    δη­μιουργήθηκε η κοινότητα Α­ντιρρίου με το αριθ. Φ.Ε.Κ. 261 τεύχος Α/1912.
Πρώτα ο οικισμός υπαγόταν στον τέως Δήμο Ναυπακτίδας και τα όριά του  Ανατολικά και Δυτικά ήταν μεταξύ των ποταμών Ευήνου και Μόρ­νου με έδρα τη Ναύπακτο.

Ο πληθυσμός της κοινότη­τας Αντιρρίου σύμφωνα με τις απογραφές που έγιναν     ή­ταν ο εξής:
Το 1920 είχε 260 κατοίκους
Το 1928 είχε 320 κατοίκους
Το 1940 είχε 443 κατοίκους
Το 1951 είχε 415 κατοίκους
Το 1961 είχε 493 κατοίκους
Το 1971 είχε 702 κατοίκους
Το 1981 είχε 916 κατοίκους.
Το 1991 η απογραφή βρή­κε την κοινότητα Αντιρρίου ενταγμένη στο Δήμο Αντιρ­ρίου, ο οποίος είχε συνολι­κά 2.522 κατοίκους.
Είναι φανερό από τους α­ριθμούς, ότι έχουμε μια στα­διακή αύξηση του πληθυ­σμού που οφείλεται μάλλον στη δημιουργία του Πορθ­μείου. Σχετικά με το Πορθ­μείο αναφέρεται, ότι το πρώτο άρχισε τη λειτουργία του το 1946 ύστερα από ε­νέργειες του Κώστα Πολί­τη, που ήταν πρόεδρος της Ενώσεως Συνεταιρισμού Α­γρινίου. Σ' αυτό προστέθη­κε και δεύτερο, το 1949.
Έτσι αρκετοί κάτοικοι των χωριών γύρω από την κοινότητα Αντιρρίου εγκα­ταστάθηκαν σ' αυτό μόνιμα, εξασφαλίζοντας εργασία στο Φέρρυ-Μπωτ ή ασχο­λούμενοι με επαγγέλματα που συσχετίζονται με τη λει­τουργία του Πορθμείου.

Το Κατέλλι, όπως το έλε­γαν παλιά, είναι χτισμένο πάνω σε μια τριγωνική λου­ρίδα  γης. Μοιάζει λες και σπρώχνει αιώνες τώρα τη θάλασσα για να ενωθεί με τη βορειότερη ακτή του Μο­ριά, που βρίσκεται απένα­ντι και ονομάζεται Ρίο.
Το στένωμα αυτό της θά­λασσας ήταν η αιτία να οχυ­ρωθούν και οι δυο ακτές α­πό τους Τούρκους στην αρ­χή και από τους Ενετούς κα­τόπιν, αποτελώντας για πολ­λά χρόνια απόρθητα κά­στρα. Έγιναν ακοίμητοι φρουροί της εισόδου του Κορινθιακού κόλπου προ­στατεύοντας τις παραλιακές πόλεις, που βρίσκονται μέ­σα σ' αυτόν από τους λογής - λογής επιδρομείς.
Η στρατηγική αξία των α­κτών που ακούν σήμερα στο όνομα Ρίο - Αντίρριο ήταν ε­κείνη που ανάγκασε τους Τούρκους να οχυρώσουν τις δυο αυτές "γλώσσες" της γης. Στο Ρίο χτίστηκε το "Καστέλλι του Μοριά" ή "Νεόκαστρο" όπως το λένε,
ενώ στο Αντίρριο χτίστηκε το "Κάστρο της Ρούμελης".

Στα τέλη του 15ου αιώνα μετά την κατάληψη της Ναυ­πάκτου από τους Τούρκους ο ίδιος ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β' έδωσε εντολή να οχυ­ρωθούν με κάστρα οι δύο α­πέναντι ακτές. Την οχύρω­ση του στενού ανέλαβε ο Σινάν Πασάς αρχιστράτηγος της Ανατολής. Οι εργασίες διήρκεσαν 3 μήνες. Σύμφω­να με τον κώδικα του μονα­στηριού των Ιβήρων (α/α 388 σελ. 56) το έργο έγινε το 1500. Μέχρι τότε τα στε­νά ήταν ανοχύρωτα.
Ο Ουίλιαμ Μίλλερ στο έρ­γο του"Ιστορία της Φραγκο­κρατίας εν Ελλάδι" γράφει:
"Ο Σουλτάνος (Βαγιαζήτ Β') εκράτει πλέον της κλειδός του Κορινθιακού Κόλ­που και είχε πάραυτα διατά­ξει να εξασφαλισθεί ο είσπλους αυτού δια της κτί­σεως δύο φρουρίων, ενός ε­πί εκατέρας της παραλίας, τον Ρίον και τον Αντιρρίου, εκεί όπου τα Μικρά Δαρδα­νέλια, έχοντας εύρος ολίγον μεγαλύτερο ενός θαλασσίου μιλίου, χωρίζουσι την Στε-
ρεάν Ελλάδα από την Πελοπόννησον".
Το τουρκικό κάστρο ενι­σχύθηκε με πυροβολικό το 1504. Το 1532 ο Ναύαρχος του Αυτοκράτορα της Γερ­μανίας και του Βασιλιά της Ισπανίας, ο Αντρέας Ντόρια,                κατέλαβε την Πάτρα και το Ρίο και στη συνέχεια επιτέθηκε στο Αντίρριο. Βρήκε μεγάλη αντίσταση.
Όταν όμως οι ενισχύσεις του από τη Ναύπακτο απο­κρούστηκαν και το Τουρκι­κό    ιππικό οπισθοχώρησε οι Γενίτσαροι απογοητευμένοι έβαλαν φωτιά στα πυρομα­χικά  ανατινάχτηκαν μαζί με το κάστρο στον αέρα. Τα τε­ράστια πυροβόλα, για την ε­ποχή     εκείνη, ο Αντρέα Ντόρια τα μετέφερε στη Γένουα.
Υπάρχει όμως και η άλλη εκδοχή. Με κανονιές γκρέ­μισαν κομμάτια από το τεί­χος, όρμησαν οι Χριστιανοί στρατιώτες και κατέσφαξαν τους 300 Γενίτσαρους. Οι πληροφορίες αυτές είναι α­πό ιταλικές πηγές.
Το 1533 όταν ο Αντώνιος Βάρβαρος παρέδωσε την Πάτρα στους Τούρκους ξανακαταλήφθηκε και το Α­ντίρριο. Το 1543 το κάστρο εξακολουθεί να είναι τουρ­κικό ενισχύθηκε με πυροβο­λικό, που έφερε από τη Ναύπακτο ο Χαϊρεντίν Βαρβαρόσα, Του-ρκος στόλαρχος
Το 1603 οι Ιππότες της Μάλτας με 5 γαλέρες το κατάλαβανε και το καταστρέψανε παίρνοντας τα 70 κα­νόνια του στη Μάλτα. Αργό­τερα, όταν κυρίευσε το Μο­ριά ο   Μοροζίνης οι Βενετοί έχτισαν το κάστρο με τη ση­μερινή του περίπου μορφή. Ταυτόχρονα με το κάστρο του Αντιρρίου έκτισαν και το απέναντι του Ρίου. Τα δυο φρούρια τα ονόμαζαν "Μικρά Δαρδανέλια" και ή­ταν εφοδιασμένα το μεν του Αντιρρίου με 30 κανόνια του δε Ρίου με 60. Ο γεωγράφρος Μελέτιος ισχυρίζεται ότι κτίστηκαν το έτος 1701. Όμως δεν έχει και τό­ση σημασία η ακριβής ημε­ρομηνία που κτίστηκε, όσο ότι ξαναχτίστηκε ένα νέο κάστρο που είναι πέρα για πέρα Ενετικό. Ονομάτηκε "Αντίρριον Άκρον" ή "Μολύκρειον Ρίον" των Αρχαίων. Τα σχέδια του Αντιρριώτικου κάστρου ή του κάστρου της Ρούμελης "ROUMELIS CASTLE" βρίσκονται στο μουσείο της Ιστορικής και     Εθνογραφικής Εταιρείας.
Χάρη σ' αυτά τα κάστρα κλειδιά, τα "Μικρά Δαρδα­νέλια", οι Τούρκοι θαλασσοκρατούσαν στον Κορινθια­κό κόλπο τα 8 χρόνια που κράτησε ο αγώνας των  επα­ναστατημένων Ελλήνων για την ανεξαρτησία.

Τετρακόσια χρόνια σκλα­βιάς δεν λύγισαν το σκληρο­τράχηλο λαό της Επαρχίας    Ναυπακτίας. Μέσα από τα σπλάχνα του ξεπήδησαν ο­νομαστοί κλεφτοαρματωλοί, που έδωσαν το δικό τους στίγμα στον ιερό αγώ­να του έθνους μας. Ακολου­θώντας πιστά τους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας οι φι­λικοί, που είχαν μυηθεί με πρώτο τον ηγούμενο Δαμια­νό του μοναστηριού του Α­γίου Δημητρίου, προετοίμα­σαν τον υπόδουλο Ελληνι­σμό της περιοχής για τον ε­πικείμενο ξεσηκωμό.
Πρώτος και κύριος στόχος τους ήταν να κυριεύσουν τα κάστρα του Επάχτου και    του Αντιρρίου, γιατί προ­στάτευαν ολόκληρη τη γύρω περιοχή και ήταν ασφαλή            καταφύγια του Τουρκικού πληθυσμού. Έτσι Σώματα Ελληνικά άρχισαν να συγκε­ντρώνονται γύρω από τα φρούρια προσπαθώντας να ανακόψουν κάθε ανεφοδια­σμό των κάστρων σε τρόφι­μα αλλά και σε πολεμικό υ­λικό. Όμως, ότι γινόταν στη στεριά δε γινόταν στη θά­λασσα. Ο Γιουσούφ Πασάς, που στα τέλη Μαρτίου 1821 διορίστηκε διοικητής του Α­ντιρρίου, ήλεγχε ολόκληρη τη θαλάσσια περιοχή και α­νεφοδίαζε τα κάστρα. Αυτό γινόταν μέχρι τις 21 Μαΐου του ίδιου έτους όπου 6 Υδραίικα πλοία, 6 Σπετσιώτικα και 3 Γαλαξειδιώτικα ε­νωμένα αποτέλεσαν την ελ­ληνική ναυτική μοίρα και πήραν στα χέρια τον έλεγχο πλέον της θαλάσσιας περιο­χής μπροστά στο Αντίρριο και τη Ναύπακτο. Σε σύσκε­ψη, που έγινε αμέσως μετά, μεταξύ των οπλαρχηγών, α­ποφασίστηκε να  καταλη­φθεί το φρούριο του Αντιρ­ρίου με έφοδο, που θα γινό­ταν στις 6 Ιουνίου 1821.

Ο πολιορκητικός κλοιός γύρω από το κάστρο ήταν α­σφυκτικός, τόσο από τη          θά­λασσα όσο και από τη στε­ριά. Τα καράβια εφοδιάστη­καν με ξύλινες σκάλες των 6-8 μέτρων, τις οποίες αφού στήριζαν στα τείχη, θα τις α­νέβαιναν οι πολεμιστές για να βρεθούν μέσα στο φρού­ριο. Στη στεριά οι σωματάρχες Σκαλτσοδήμος, Μακρής, Ζαγκανάς, Κ. Χορμόβας, Διαμαντής Χορμόβας, Σαφάκας, Αποκορίτης, Δα­μιανός, Ξύδης,        Πιλάλας, Μακρυγιάννης, Σωτηρόπουλος, Καναβός και Θ. Σισμάνης είχαν τα παλικάρια τους σε θέση μάχης. Μεταξύ των παλικαριών βρίσκονταν και οι συντοπίτες: Κατσαντώνης από τον Άγιο Γεώργιο (Μολύκρειο) και ο Σπανός ή Μούχας Κωνσταντίνος από τον     Άγιο Γεώργιο (Μολύ­κρειο) υπό τις διαταγές του Ανδρέα Ζαγκανά.
Η έφοδος με πρόταση του Διαμαντή Χορμόβα —κατα­γόμενος από το Χόρμοβο   Β.    Ηπείρου—

θα γινόταν ως ε­ξής: θ' ανέβαινε πρώτος τις σκάλες και μετά θ' ακολου­θούσαν  όσοι επιθυμούσαν, συμφώνησαν με την πρότα­ση του όλοι. 400 δε παλικάρια του  υποσχέθηκαν, ότι θα τον ακολουθούσαν στο παράτολμο και επικίνδυνο αυτό   εγχείρημά του. 'Οταν όμως άρχισε ο κανονιοβολι­σμός από τα πλοία, που το  περιέζωναν, και ήρθε η ώ­ρα της εφόδου, πρώτος ο Διαμαντής μ' ένα τσεκούρι στο      χέρι πλησίασε στην πόρ­τα και όρμησε με λίγους πι­στούς συντρόφους του ν' α­νέβει στις σκάλες που τις κόλλησαν στα τείχη. Οι άλ­λοι, που είχαν δώσει την υπόσχεσή τους ότι θα τον α­κολουθήσουν, λυποψυχησαν. Οι Τούρκοι αντιλαμβα­νόμενοι το Χορμόβα και τους συντρόφους του, επιτέ­θηκαν και σκότωσαν το γεν­ναίο αυτό αγωνιστή.               
Ο θά­νατος του προξένησε θλίψη αλλά και παγωμάρα, που εί­χε σαν αποτέλεσμα να     μην μπορέσουν να καταλάβουν το κάστρο οι Έλληνες αγω­νιστές. Έτσι εξακολουθού­σε να παρέχει ασφάλεια και δύναμη στους Τούρ­κους, που το είχαν υπό την κατοχή τους.
Οκτώ ολόκληρα χρόνια οι επαναστατημένοι Έλληνες της Επαρχίας Ναυπακτίας    προσπαθούσαν να καταλά­βουν το απόρθητο φρούριο του Αντιρρίου, μέχρι που η Ελληνική Κυβέρνηση εξέ­δωσε στις 15 Μαρτίου την α­ριθ. 3232/1829 εγκύκλιο και               απαγόρευσε κάθε κίνηση ξένου πλοίου στη θαλάσσια περιοχή από τη Ναύπακτο ως   το Αντίρριο. Σκοπός της εγκυκλίου αυτής ήταν να γί­νει πιο ασφυκτικός ο κλοιός και οι πολιορκούμενοι να έρθουν στην πιο δύσκολη θέση, πράγμα το οποίο έγι­νε.
Δεν πρέπει φυσικά να λησμονούμε ότι οι Έλληνες είχαν αποκόψει το Αντίρριο από τη Ναύπακτο στη στε­ριά και η προσπέλαση προς αυτή και αντίστροφα ήταν α­δύνατη.
Ύστερα απ' όλα αυτά ο Αυγουστίνος, που είχε διορι­στεί επικεφαλής των   στρα­τευμάτων με το αριθ. 8905/23-1-1829 Διάταγμα, κάλεσε στις 10 Μαρτίου 1829 με την αριθ. 193 πρό­σκληση του τον Τούρκο Φρούραρχο Αβτάγα Μοχαβόζη και τους     πολιορκημέ­νους να παραδοθούν. Αυτοί με απάντηση τους πρότειναν να αρχίσουν     συζητήσεις και για συνομιλητή τους ζήτησαν από το μέρος των Ελλήνων το Γιάννη      Παπαρηγόπουλο. 
Γιάννης Παπαρηγόπουλος

Ο Γιάννης Παπαρηγόπουλος ήταν Ναξιώτης στην κα­ταγωγή και     παλιότερα υπήρ­ξε διερμηνέας του Ρωσικού Προξενείου στην Πάτρα. Ή­ταν Φιλικός και πολυτάρα­χου βίου άνθρωπος. Γνώριζε τον Αλή Πασά και πάρα πολ­λούς επίσημους    Τούρκους. Ο Φρούραρχος του κάστρου βλέποντας τη δεινή θέση στην οποία είχαν    περιέλθει αλλά και την προθυμία του Τοποτηρητή να δώσει λύση δέχτηκε να               παραδώσει το φρούριο.

Το ιστορικό κάστρο του Α­ντιρρίου, που με τόσο επιμο­νή προσπαθούσαν να διατη­ρήσουν υπό την κυριαρχία του οι Τούρκοι, πέρασε στα χέρια των Ελλήνων αναμιγνυόμενος προσωπικά στην καταλυψή του ο ίδιος ο Κερ­κυραίος Κυβερνήτης της Ε­λεύθερης Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας.
Οι Τούρκοι με τον φρού­ραρχο Ατβάγα Μοχαβόζη και οι Έλληνες με τον    Το­ποτηρητή αδερφό του I. Κα­ποδίστρια υπέγραψαν στις 13 Μαρτίου 1829 τη   συνθή­κη παράδοσης του φρου­ρίου, που έχει ώς εξής:
"Συνθήκη από μέρους των εις το Καστέλι του Κόλπου της Ναυπάκτου φρουράρ­χων και λοιπών αγάδων με­ταξύ του εξοχ. πληρεξου­σίου τοποτηρητού της Κυ­βερνήσεως εις τας επαρχίας της Στερεάς Ελλάδος και το Στρατόπεδον κ. Αυγουστί­νου   Καποδίστρια γενομέ­νων διαμέσου του κ. Ιωάννη Παπαρηγόπουλου ως ακο­λουθεί:
Αφ' ου δια ξηράς και θα­λάσσης επολεμήθημεν α­πό τας Ελληνικός δυνάμεις    βλέποντας ότι δεν ημπορούσαμεν να βαστάξωμεν δια να μην κινδυνεύσουν με η­μάς    αρκετά γυναικόπαιδα ό­που βρίσκονται μέσα εις το ειρημένον κάστρον με το μέ­σον του ειρημένου σιορ Τζάνε ως ακολουθεί εσυμφωνήσαμεν:
Α. Να μας δωθούν καρά­βια καλά και σίγουρα δια να μας πάνε εις την Αυλώνα και  να πληρωθή ο ναύλος υ­πό τον εξοχ. πληρεξούσιον.
Β. Να λάβωμεν τα άρματά μας όσα είναι ιδικά μας ο­μού και όλα μας τα κινητά πράγματα.
Γ. Όσα ζώα έχομεν τα ο­ποία δεν ημπορούμεν να πάρωμε μαζί να εκτιμηθούν και    να μας πληρωθεί η τιμή τους.
Δ. Να μας δοθή γκερές δια δέκα ημέρας ψωμί και ρύζι.
Ε. Μέσα εις το Κάστρον να μην έμβουν τα Ελληνικά Στρατεύματα παρά αφού ε­μείς εμβαρκαρισθώμεν εις τα καράβια με τοις φαμελιαίς μας και τα είδη μας.
ΣΤ. Θέλουν έμβη μόνο δέ­κα άνθρωποι τακτικοί δια να βουλώσουν τους Τζαπχανέδες όπου έχουν το μπα­ρούτι και να στέκονται εκεί δια προφύλαξιν να μην  ακολουθήση κανένας χατανές.
Ούτως συμφωνήσαντες έγι­ναν δυο παρόμοια υπογεγραμένα από τον εξοχ. πληρε­ξούσιο της Ελληνικής Κυβερ­νήσεως και από εμάς τους φρουράρχους και λοιπούς    α­γάδες και με ταις βούλαις μας επιβεβαιουμένα".
Καστέλι 13 Μαρτίου 1829 Ο πληρεξούσιος Τοποτηρη­τής Α. Α. Καποδίστριας
Ο Γραμματεύς I. Σακελλαρόπουλος
(Τ.Σ.) Αβταγάς Μοχαβόζης Καστελλίου
(Τ.Σ.) Ιμπραήμ αγάς σύ­ντροφος του (Τ.Σ.) Τιατάν αγάς (Τ.Σ.) Σελήμας

Ο Τοποτηρητής Αυγουστί­νος Καποδίστριας στο ημε­ρολόγιο του περιγράφει τα      γεγονότα της παράδοσης του φρουρίου Αντιρρίου ως εξής:
Τη 13: Εισήλθον εις το Καοτέλλι οι Τακτικοί, έστησαν την σημαίαν(ως) και ο Παπαρρηγόπουλος, ο Γαζής, ο Μαλάμος και έκαναν την καταγραφήν, εκτίμησιν και πληρωμήν της κινητής πε­ριουσίας των Τούρκων, ήτις ην ταύτα: 36 άλογα, πεντήντα επτά γιδοπρόβατα, (11) ένδεκα βοδογέλαδα, 3 μο­σχάρια, 22 αρνιά και 261 οκά(δες) χάλκωμα.
Το ίδιον εσπέρας δια νυ­κτός εβαρκαρίσθησαν οι Τούρκοι με τα φαμίλιας των και    βιοτους παραδόσαντες της κλεις τον Καστελλίου.
Τη 14: Εισήλθον όλα τα στρατεύματά μας εις το Καστέλλι. Έγιναν μπαταρίες           ντουφεκιών και κανονιών η δε φρεγάτα Ελλάς άραξεν εις την Κακήν Σκάλαν   (νό­τια                παράκτια πλευρά της Κλόκοβας) και έκαμε και αυτή λισανιλίκια (σκοποβο­λή) του        Καστελλίου όπου έμεινεν ο Μπακατσέλος (πα­ρωνύμιο του Γιάννη Τζαβέλλα αδερφού του Κίτσου) φρούραρχος".

Μετά την υπογραφή της συνθήκης παράδοσης και την εκτέλεση της  ο Τοποτη­ρητής ανήγγειλε στον Κυ­βερνήτη Ιωάννη Καποδί­στρια και το   Γεν. Φροντιστή­ριο την κατάληψη του Αντιρ­ρίου με τα αριθ. 210 και 211 έγγραφα          αντιστοίχως.

Τώρα πλέον με την κατά­ληψη του κάστρου του Α­ντιρρίου άνοιξε ο δρόμος για την κατάληψη του κά­στρου της Ναυπάκτου. Ο Κυβερνήτης I. Καποδί­στριας στις 8     Απριλίου επι­σκέφθηκε το Καστέλλι της Πάτρας (Ρίο) με το ατμό­πλοιο "ΕΡΜΗΣ" και     στη συ­νέχεια πέρασε στο Αντίρ­ριο. Εκεί τον υποδέχτηκαν ο αδερφός του Αυγουστί­νος, ο ναύαρχος Μιαούλης, ο Τζαβέλας, ο Χατζηχρή­στος και πλήθος αγωνιστών και         κατοίκων της περιοχής.
Το Αντίρριο έτσι από τις 13 Μαρτίου 1829 είναι ελεύ­θερο από τους Τούρκους, που άφησαν πίσω τους το Ε­νετικό κάστρο το οποίο υ­πάρχει ακόμα και σήμερα.

Ήταν η τελευταία προς δυσμάς πόλη της Λοκρίδας των Οζολών. Λοκροί λέγο­νταν όσοι κατοικούσαν με­ταξύ των βουνών του Παρ­νασσού και του Κόρακος μέ­χρι την      πόλη Μολυκρεία και Μακυνία. Στην αρχαιό­τητα οι Λοκροί ταυτίζονται με τους               προϊστορικούς Λέλεγες. "Οι κάτοικοι της χώ­ρας ταύτης ήταν το εξ αρχής Λέλεγες"       αναφέρει ο Δικαίαρχος, και ο Αριστοτέ­λης "τους νυν Λοκρούς Λέλεγας καλεί".               Υποστηρίχθηκε από τον καθηγητή Κούμαρη και άλλους πως οι Λέλεγες είναι οι αρχαιότεροι κάτοι­κοι της Ελλάδας και ταυτί­ζονται με τους Πελασγούς. Τους Πελασγούς θα   τους συναντήσουμε αναφερόμε­νοι στη Μακύνεια και στο κάστρο της. Το Μολύκρειο    βρισκόταν κοντά στα όρια της Αιτωλίας, στην επικυ­ριαρχία της οποίας περιήλ­θε          αργότερα, ήταν δε πλη­σίον του Ακρωτηρίου Αντίρ­ριο, το οποίο από αυτή ονο­μαζόταν και Μολύκριον Ρίον.



Πόλη οχυρωμένη, που εξ αιτίας της θέσης της παρά την είσοδο του Κορινθια­κού    Κόλπου, είχε τεράστια στρατηγική σημασία, ιδιαί­τερα για τις ναυτικές επιχει­ρήσεις.     Διέθετε λιμάνι αφιε­ρωμένο στον Ποσειδώνα, ε­νώ περίλαμπρος ναός αφιε­ρωμένος      σ' αυτόν στόλιζε την πόλη. Αυτό άλλωστε — το λιμάνι— συνετέλεσε στο να   αναπτυχθεί το Μολύ­κρειο ως εμπορικό κέντρο της περιοχής.
Ιδρύθηκε μετά την κάθο­δο των Δωριέων στην Πελο­πόννησο. Υπήρξε αποικία των Κορινθίων του 7ου π.Χ. αιώνα και ύστερα των Αθη­ναίων κατά τη διάρκεια του  Πεοποννησιακού πολέμου στα μέσα του 5ου αιώνα, ε­νώ στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. περιήλθε στους Αιτω­λούς.
Η Ιστορία αναφέρει ότι το 431 π.Χ. συντελέστηκε ναυ­μαχία μεταξύ των Αθη­ναίων, που ηγείτο ο στρατη­γός Φορμίων και των Λακε­δαιμονίων, με αρχηγό τον Κνήμον. Οι Λακεδαιμόνιοι υπέστησαν πανωλεθρία και κατέφυγαν στο Ρίο, ενώ οι Αθηναίοι            νικητές προσάρα­ξαν στο Μολυκρικόν Ρίον. Όμως στο 426 π.Χ. όταν ο στρατηγός των Αθηναίων Δημοσθένης βρισκόταν στη Ναύπακτο, το Μολύκρειο καταλήφθηκε από το στρα­τηγό των Λακεδαιμονίων.
Το χωριό παλιότερα ονο­μαζόταν και Μούη, γιατί κα­θώς λένε, πήρε το όνομα αυ­τό από τον Τούρκο αξιωμα­τικό που είχε στρατοπεδεύ­σει εκεί, όταν το χωριό   κα­ταλήφθηκε από τους Τούρ­κους, ο οποίος λεγόταν Μούγιος.
Στη συνέχεια αποτέλεσε κοινότητα και περιλάμβανε τους οικισμούς Αγίου  Γεωρ­γίου (δεν υπάρχει πια), Βελβίνας (τώρα είναι ξέχωρη κοινότητα) και Πλατανίτσα  (Πλατανίτη με τα Φραγκέικα).
Ακμάζουσα περιοχή τώρα είναι η περιοχή του Πλατα­νίτη που αποτελεί συνδετι­κό  κρίκο μεταξύ της Ναυπά­κτου και του Αντιρρίου με καλοφτιαγμένες οικοδομές.
Στη θέση αυτή το 1822 οι ο­πλαρχηγοί Δημοτσέλιος, Μακρής, Χορμόβας και Μα­κρυγιάννης μαζί με τα παλι­κάρια τους συνεπλάκησαν με τους Τούρκους και τους ανάγκασαν να επιστρέψουν και να κλειστούν στο κά­στρο του Αντιρρίου. Έτσι ο ανεφοδιασμός   σε τρόφιμα και πολεμοφόδια του κά­στρου του Επάχτου σταμά­τησε.
 Σ' αυτή τη μάχη   πολέ­μησε ο Μολυκριώτης Πατσαντζής Γεώργιος.
Ο πληθυσμός της κοινότη­τας μέχρι να υπαχθεί στο Δήμο του Αντιρρίου σύμφω­να με τις απογραφές που έ­γιναν ήταν:
Το 1951 είχε 511 κατοίκους
Το 1961 είχε 490 κατοίκους
Το 1971 είχε 438 κατοίκους
Το 1981 είχε 432 κατοίκους


Η αρχαία μικρή πόλη Μακυνία (Μακύνεια) βρισκό­ταν πλησίον του όρους  Ταφιασσού (Κλόκοβα) προς τη μεριά της Μολυκρείας (Μολύκρειον). 
εικόνες του οικισμού 
Μακύνειας που ήρθαν στο φως
από τα έργα της Ιόνιας Οδού 

Ο Απόστο­λος  Αρβανητόπουλος καθη­γητής της αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών γράφει για τον τόπον αυτόν τα εξής: "Μακυνία ή Μακύνεια αρχαία μικρή πόλη της Αιτωλίας εκείτο επί του ό­ρους Ταφιασσού και γειτονι­κής προς την Χαλκίδα και Καλιδώνα. Τίθεται δε    παρά του νυν Οβρυόκαστρον (ση­μερινό Παλαιόκαστρο) πα­ρά της ακτής αυτού            (σημερινόν —"Κεραμιδάκί'— νέο λιμανάκι)". 
Εδώ μπορούμε να ταυτίσουμε τον  Ταφιασσό (Κλόκοβα, Παλιοβούνα) με το Μακύνιον όρος, που αναφέρει ο Πλύνιος.
Το πότε κτίστηκε η Μακυ­νία διίστανται οι απόψεις. Ο μεν Στράβων αναφέρει ό­τι     έγινε μετά την κάθοδο των Ηρακλειδών. 

Οι Ηρακλειδείς σύμφωνα με την παράδοση,    έχοντας αρχηγό τους τον Ύλλο, γιο του Η­ρακλή, αποπειράθηκαν να περάσουν τον      Ισθμό, για να διεκδικήσουν την πατρική γη από τους Αχαιούς, αλλά απέτυχαν. Το τόλμημα αυτό  επανέλαβαν οι δισέγγονοι του Ύλλου, Αριστόδημος, Τήμενος και      Κρεσφόντης, οι οποίοι οργάνωσαν εκ­στρατεία εναντίον της Πελο­ποννήσου.
εικόνες του οικισμού 
Μακύνειας που ήρθαν στο φως
από τα έργα της Ιόνιας Οδού 
 Ο δε Ελλάνικος θεωρεί τη Μακυνία όπως και τη Μολυκρεία αρχαία ομηρική πόλη. Η Μακυνία ήταν Λοκρική πόλη κοντά στα σύνορα με τους Αιτωλούς και δε γνωρί­ζουμε με βεβαιότητα πότε πέρασε στην κυριαρχία των Αιτωλών. Ίσως αυτό να έγι­νε το 338  π.Χ. την εποχή που ο Φίλιππος ο Β' ο Μα­κεδών κατέλαβε τη Ναύπα­κτο. Όλοι οι   Λοκροί, μετα­ξύ αυτών και οι κάτοικοι της Μακυνίας και Μολυκρείας, ονομάζονταν  Οζολοί. 
Ο Πλούταρχος έδωσε τρεις εξηγήσεις για την προ­σωνυμία τους αυτή. Σύμφω­να με την πρώτη ο Νέσσος ή κατ' άλλους ο Πύθωνας Δράκοντας εκβράστηκε  στην παραλία και από της μυρωδιά της αποσύνθεσης πήραν το όνομα. Κατά τη  δεύτερη από τη μυρωδιά που έβγαζαν οι δερμάτινες ποιμενικές ενδυμασίες, που φορούσαν, κατασκευασμέ­νες από δέρμα τράγου. Τέ­λος ο Πλούταρχος ως Τρίτη εξήγηση αναφέρει, ότι ενδέ­χεται να πήραν το όνομα Οζολοί από την ευχάριστη   ευωδία που σκορπούσε το πλήθος των λουλουδιών μέ­σα στο οποίο ήταν   κυριολε­κτικά πνιγμένη η Μακυνία. 
Με την τελευταία άποψη, κατά κάποιο τρόπο, συμφω­νεί και ο Αρκΰτας ο Αμφισσεύς, που μας αναφέρει: "Την βοτρυοστέφανον  μνοίπνοον Μάκνναν ερανήν". Δηλαδή την σταφυλοστεφανωμένη   Μάκυνα.
Αρχαίο Θέατρο
Αν βαδίσουμε 500 μ. Β.Δ. του συνοικισμού της Μακύνειας (Μαμάκου) και    ανατο­λικά του Ιερού Ναού Αγίου Θωμά στην κορυφή του υ­ψώματος, που ονομάζεται "Παλαιόκαστρον", θα δούμε απομεινάρια του τότε πολι­τισμού.
Συγκεκριμένα τεράστιες πελεκητές πέτρες, έργο Πε­λασγικό, που υποδηλώνουν       την ύπαρξη τείχους. Ανά διαστήματα υπάρχουν σ' αυ­τό εσωτερικά κοιλώματα, ό­που  στέκονταν οι υπερασπι­στές της πόλεως σε καιρό πολέμου για να αντιμετωπί­σουν        τους επιδρομείς. Εκεί­νο βέβαια που προξενεί με­γάλη εντύπωση είναι, πως οι  τεράστιες αυτές πέτρες μεταφέρθηκαν αλλά και πώς τοποθετήθηκαν.        Ρωτώ­ντας κάποτε κάποιον, ο ο­ποίος ασχολείται μ' αυτά, μου είπε ότι ενδεχομένως να τις απομαγνήτιζαν! Το τείχος πρέπει να κατέβαινε μέχρι τη θάλασσα όπου   δια­κρίνονται ίχνη παλαιού λι­μένα παρά τη θέση "Κεραμιδάκι".
Στο ανατολικό μέρος των τειχών οι αρχαιολόγοι έφε­ραν στο φως του ήλιου το        θέατρο της πόλης, δείγμα λατρείας από μέρος των κα­τοίκων προς κάθε τι το    πνευ­ματικό .
Η καταστροφή του τεί­χους αλλά και γενικότερα της αρχαίας Μακυνίας ορι­σμένοι    λένε ότι οφείλεται σε καταστροφικό σεισμό, που έγινε στην περιοχή. Κατ' άλλους όμως η κατα­στροφή της και ειδικότερα του τείχους που την περιτεί­χιζε έγινε από το βασιλιά  της Μακεδονίας Φίλιππο τον Γ". Μια τρίτη εκδοχή α­ναφέρει ότι η ακμάζουσα  Πελασγική πόλη καταστρά­φηκε από δηλητηριώδη κου­νούπια, τα οποία κεντούσαν       τους ανθρώπους θανατηφό­ρα. Οι Μακυνιώτες είχαν φτάσει από τον πανικό τους στο σημείο να κατασκευά­ζουν υπόγειους κτιστούς τά­φους, στους οποίους παρέ­μειναν   κλεισμένοι ώσπου τε­λείωναν οι τροφές και πέ­θαιναν. Έκτοτε η αρχαία Μακυνία  περιήλθε σε πα­ρακμή.
Επί Βυζαντινών χρόνων λέγεται, ότι στο συνοικισμό της Μαμάκου (Μακυνείας)      υπήρξε μεγάλο μοναστήρι α­φιερωμένο στη μνήμη του Α­γίου Κωνσταντίνου και της   Ελένης, το οποίο καταστρά­φηκε ολοσχερώς επί Τουρ­κοκρατίας. Ένα στρογγυλό  μαρμάρινο κομμάτι, που ί­σως να είναι κατάλοιπο του μοναστηριού, είναι εντοιχι­σμένο στη σημερινή εκκλη­σία. Οι παλιοί κάτοικοι της Μακυνίας αναφέρουν ότι το μοναστήρι είχε μετόχι πί­σω από τη γαλαρία (δεν υ­πάρχει πια) της Κλόκοβας και γι' αυτό η περιοχή αυτή ονομάζεται "Παλαιόκαστρο".
Η Μακυνία στην περίοδο της Τουρκοκρατίας σίγουρα έχασε την αίγλη των              αρ­χαίων χρόνων και μόνο τα απομεινάρια του Πελασγι­κού της πολιτισμού απόμει­ναν. Έχασε όμως και το όνομά της και από Μακυνία ονομάστηκε Μαμάκου, Μαμμάκως ή  Μαμάκο. Οι κοινοτικές αρχές του χω­ριού και οι κάτοικοι όλοι, ύ­στερα από    συντονισμένες προσπάθειες, κατόρθωσαν να επαναφέρουν το πραγμα­τικό όνομα στο συνοικισμό και τώρα ονομάζεται Μακύνεια.

Σήμερα αποτελεί θαυμά­σιο παραθεριστικό κέντρο με ωραιότατες ακρογιαλιές και   κατακάθαρη θάλασσα. Η όμορφη θάλασσά της εί­ναι αρμονικά δεμένη με το  καταπράσινο και ευωδιαστό περιβάλλον συνθέτο­ντας μια εικόνα απαράμιλ­λου     κάλλους και ομορφιάς.
Στους πρόποδες της Κλόκοβας είναι ο συνοικισμός της Ρίζας, που μαζί με τον  Αγραπιδόκαμπο αποτελού­σαν παραχειμάζουσες πε­ριοχές από τους τσοπαναραίους  του Νιοκάστρου. Αυ­τό άλλωστε είναι η αιτία που οι πιο πολλοί από τους σημερινούς   μονίμους κατοί­κους της είναι Νιοκαστρίτες στην καταγωγή. Σήμερα δεν είναι   παραχειμάζουσα πε­ριοχή αλλά καλοκαιρινό θέ­ρετρο, που προσελκύει ντό­πιους και    ξένους τουρίστες, οι οποίοι απολαμβάνουν τα μπάνια τους στα καταγάλα­να νερά μιας πανέμορφης παραλίας.
Ο Αγραπιδόκαμπος φημί­ζεται για τα ιαματικά του λουτρά, που έχουν θεραπευ­τικές ιδιότητες όσον αφορά ρευματισμούς, αθροιτικά, εκζέματα ή άλλες δερματι­κές  παθήσεις. Το Χειμώνα είναι ακατοίκητος.
Στη θέ­ση "Ελληνικό", που είναι προς τη  μεριά της Βελβίνας, υπάρχουν τα θεμέλια αρ­χαίου ναού ενδεχόμενα Πε­λασγικής εποχής. Ήταν α­φιερωμένος στο θεό του       φω­τός, Απόλλωνα. Νότια του ναού υπάρχει κτίσμα μέσα στη γη δίνοντας την εικόνα  πηγαδιού, όπου ενδεχομέ­νως οι τότε κάτοικοι να συ­γκέντρωναν νερό. Ίσως ό­μως να  χρησιμοποιούσε ως αποθέτης διαφόρων αντικει­μένων από τους κατοίκους. Εκείνο     όμως, που προξενεί τη μεγαλύτερη εντύπωση στο "Ελληνικό" είναι η τοπο­θεσία που  βρίσκεται, γιατί αποδεικνύει τη σημασία που έδιναν οι αρχαίοι πρό­γονοι μας στον        τόπο που θα κατοικήσουν. Σημασία που σχετίζεται τόσο με τη διαβίωσή τους όσο και με την ασφάλειά τους.
Η πρώτη ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο του "Ελ­ληνικού" έγινε το 1897 και η δεύτερη το 1925.
Ο πληθυσμός της κοινότη­τας Μακύνειας μέχρι να υ­παχθεί στο Δήμο Αντιρρίου      σύμφωνα με τις απογραφές που έγιναν ήταν:
Το 1951 είχε 512 κατοίκους
Το 1961 είχε 526 κατοίκους
Το 1971 είχε 390 κατοίκους
Το 1981 είχε 435 κατοίκους

Σήμερα, έτος 1991, οι τρεις πρώην κοινότητες που εξετάσαμε ιστορικά στις προηγούμενες σελίδες ,απο­τελούν το Δήμο Αντιρρίου με έδρα το Αντίρριο.
Η γεωγραφική, πολιτιστι­κή και κοινωνική κατάστα­ση της περιοχής σε συνδυα­σμό με τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η κάθε μια κοινότητα ξεχωριστά, οδή­γησαν τα      τότε κοινοτικά συμβούλια, έχοντας την έ­γκριση των κατοίκων, να προχωρήσουν στη   δημιουρ­γία Δήμου.
Η συνένωση ήταν και εί­ναι ένα γεγονός πρωτοπο­ριακό, εκσυγχρονιστικό και          συνάμα ιστορικό. Από τους ίδιους τους κατοίκους εξαρ­τάται αν θα οδηγηθεί προς τα    μπρος ή θα πελαγοδρο­μεί στο χάος του σήμερα. Κατά συνέπεια αξίζει κάθε τιμή και    έπαινος σ' όλους ε­κείνους που συνέλαβαν σαν ιδέα τη δημιουργία του Δή­μου              Αντιρρίου αλλά και ταυ­τόχρονα την έκαναν πράξη με τις ενέργειές τους.
Η ανακήρυξή του έγινε με τις αριθ. αποφάσεις των κοι­νοτικών συμβουλίων 27/89   του Αντιρρίου, 33/89 της Μακύνειας, 19/89 του Μολυκρείου και την 448/1989    γνωμοδότηση του Συμβου­λίου Επικρατείας που έλεγε:
"Οι κοινότητες Αντιρρίου, Μακύνειας και Μολυκρείου της Επαρχίας Ναυπακτίας      του Νομού Αιτωλίας και Α­καρνανίας, συνενώνονται και αποτελούν δήμο, με το όνομα Δήμος "Αντιρρίου" με έδρα το συνοικισμό "Αντίρ­ριο" της τέως κοινότητας Α­ντιρρίου.    Δημοσιεύτηκε στο 186/8/1989 τεύχος πρώτο της Εφημερίδας της Κυβερ­νήσεως.
Τα μέλη που συμμετείχαν στα τελευταία κοινοτικά συμβούλια των κοινοτήτων        Αντιρρίου, Μακύνειας, Μο­λυκρείου και οι οποίοι συνέ­βαλαν αποφασιστικά με τις           ενέργειές τους στη δημιουρ­γία του Δήμου Αντιρρίου ή­ταν:




Κιτσόπουλος Νικόλαος,
Ν.Κιτσόπουλος


Πρόεδρος (παραιτήθηκε)
και στη θέση του προέδρου μπήκε ο κοινοτικός σύμβου­λος Ντούνης Χρήστος.


Κουβέλης Ηλίας, αντι­πρόεδρος
Ρήγας Παύλος, κοινοτι­κός σύμβουλος
Μπουτόπουλος Γεώργιος, κοινοτικός σύμβουλος
Πλατανιώτης Λεωνίδας (μπήκε στη θέση του παραι­τηθέντος Κιτσόπουλου Νι­κόλαου)
Μπιλιάνης Αντώνιος, κοι­νοτικός σύμβουλος
Ανδρέοπουλος Σταύρος, κοινοτικός σύμβουλος

ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ   ΜΟΛΥΚΡΕΙΟΥ

Κωνσταντόπουλος Περι­κλής, πρόεδρος
Π.Κωνσταντόπουλος

Ευθυμιόπουλος Γεώρ­γιος, αντιπρόεδρος
Δημητρέλλος Λάμπρος, κοινοτικός σύμβουλος
Ευθυμιόπουλος Ανδρέας, κοινοτικός σύμβουλος
Φράγκος Γεώργιος, κοινο­τικός σύμβουλος
Μαλλάς Ιωάννης του Γε­ωργίου, κοινοτικός σύμβου­λος
Μαλλάς Ιωάννης του Σπυ­
ρίδωνος, κοινοτικός σύμβου­λος




ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ   ΜΑΚΥΝΕΙΑΣ

Ταμπάκης Δημήτριος,πρόεδρος
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΑΜΠΑΚΗΣ
Γίδας Ιωάννης, αντιπρόε­δρος
Μπουτόπουλος Σπύρος, κοινοτικός σύμβουλος
Μπουτόπουλος Ευθύ­μιος, κοινοτικός σύμβουλος
Μαρκόπουλος Γεράσι­μος, κοινοτικός σύμβουλος
Νικολάου Νίκος, κοινοτι­κός σύμβουλος
Θεοδωρόπουλος Ανδρέας, πάρεδρος.

Στις 14 Οκτωβρίου 1990 έ­γιναν οι πρώτες Δημοτικές εκλογές στο νεοσύστατο
Δή­μο Αντιρρίου. Σ' αυτές έλα­βαν μέρος τέσσερις συνδυα­σμοί αλλά κανένας σύμφω­να με την αριθ. 574/1990 α­πόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών Μεσολογγίου δε συγκέντρωσε την απόλυ­τη πλειοψηφία των ψήφων, για να αναδειχθεί η πρώτη Δημοτική αρχή.

Οι συνδυασμοί που έλα­βαν μέρος ήταν:

Α. "ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΝΑ­ΓΕΝΝΗΣΗ" με επικεφαλή τον κ. Περικλή Κωνσταντόπουλο
και με έμβλημα τον κλάδο ελιάς, έλαβε 202 ψή­φους.
Β. "ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟ­ΤΗΤΑ" με επικεφαλή τον κ. Νικόλαο Κιτσόπουλο και με
έμβλημα τη χειραψία, έλαβε 509 ψήφους.
Γ. "ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΔΗ­ΜΟΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ" με επι­κεφαλή τον κ. Αναστάσιο
Αγγελόπουλο και με έμβλη­μα το Φάρο, έλαβε 349 ψή­φους και
Δ. "ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟ­ΒΟΥΛΙΑ" με επικεφαλή τον κ. Παναγιώτη Παπαμιχαήλ.
έλαβε 631 ψήφους.
Μια βδομάδα αργότερα στις 21 Οκτωβρίου 1990, έ­γιναν οι επαναληπτικές ε­κλογές, στις οποίες έλαβαν μέρος οι δύο πλειοψηφίσαντες συνδυασμοί, δηλαδή η                   
"ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟ­ΒΟΥΛΙΑ" του κ. Παναγιώ­τη Παπαμιχαήλ και η                                
"ΔΗ­ΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ" του κ. Νικολάου Κιτσόπουλου.
Αυτές ανέδειξαν πρώτο συνδυασμό την                                                                          
 "ΔΗΜΟΤΙ­ΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ", που έλαβε 895 ψήφους και δεύ­τερο την                 
"ΔΗΜΟΤΙΚΗ Ε­ΝΟΤΗΤΑ" που έλαβε 766 ψήφους.
Τα παραπάνω απο­τελέσματα επικυρώθηκαν με την αριθ. 588/1990 από­φαση του Προέδρου Πρωτο­δικών Μεσολογγίου.
Ύστερα από τις δύο αυ­τές εκλογικές αναμετρήσεις εξελέγει ο πρώτος Δήμαρ­χος      του Δήμου Αντιρρίου και το πρώτο Δημοτικό Συμ­βούλιο, που έχει ως εξής: 
                  Παπαμιχαήλ Παναγιώ­της, Δήμαρχος
Μαλλάς Νικόλαος, Αντι­δήμαρχος
Μπιλιανης Αντώνιος, Πρόεδρος Δημοτικού Συμ­βουλίου

Γεωργίου Γεώργιος, Αντι­πρόεδρος Δημοτικού Συμ­βουλίου
Παπαδόπουλος Γεώργιος, Γραμματέας Δημοτικού Συμ­βουλίου
Αγγελόπουλος Σπύρος, Δημοτικός Σύμβουλος
Θεοφάνης Ανδρέας, Δημο­τικός Σύμβουλος
Καζανάς Στέφανος, Δημο­τικός Σύμβουλος   
 Αγγελόπουλος Αναστάσιος Δημοτικός Σύμβουλος
Αλεξόπουλος Αναστάσιος Δημοτικός Σύμβουλος
Κιτσόπουλος Νικόλαος Δημοτικός Σύμβουλος
Ταμπάκης Δημήτριος Δημοτικός Σύμβουλος
Αγγελόπουλος Κων/νος Πρόεδρος Μολυκρείου
Θεοδωρόπουλος Σωτήριος Πρόεδρος Ρίζας
Σταθόπουλος Ανδρέας Πρόεδρος ΜακύνειαςΔημοτικός Συμβουλος "


1 σχόλιο:

Θοδωρής Αγγελόπουλος είπε...

Ένα δύσκολο εγχείρημα, η δημιουργία του δήμου Αντιρρίου, με γεγονότα που προκάλεσαν πολλά και αντιφατικά συναισθήματα σε όλους τους δημότες και είχαν σημαντικές οικονομικές, πολιτικές αλλά και κοινωνικές επιπτώσεις.
Η πρωτοβουλία του blog ΑΝΤΙΡΡΊΟ ΣΥΜΜΑΧΊΑ ΠΟΛΙΤΩΝ θα ενεργοποιήσει πολλούς ανθρώπους , πιθανόν θα δημιουργήσει προκλήσεις, σε πολλά και διαφορετικά μέτωπα ιστορικής και συλλογικής μνήμης.
Προκλήσεις, άλλες ήδη γνωστές, άλλες πρωτόγνωρες, κι άλλες μόνο ως θρύλος στις παρυφές της λήθης.
Σε αυτό το σύνθετο και ιδιαίτερα απαιτητικό από πλευράς ανάληψης πρωτοβουλιών και δράσεων περιβάλλον, το Αντίρριο, οι Αντιρριώτες, χρειαζόμαστε, ένα μεγάλο άλμα, που θα προέλθει από μια επανεκκίνηση, και θα συμβάλει καταλυτικά ώστε να μεταβούμε με όραμα αλλά και σχέδιο, στη νέα εποχή που διαμορφώνεται ήδη σε ολόκληρη τη γενέτειρα περιοχή μας.
Πρόκειται για μια πρόκληση υπαρξιακού τύπου, για ολόκληρο το Αντίρριο.
Ο αναστοχασμός σε ό,τι αφορά τη συλλογική μας πορεία, που κάποιοι λίγοι αναζητούσαμε ως αναγκαία συνθήκη με την ευκαιρία των μεγάλων έργων , έμεινε και παραμένει μια κενή περιεχομένου αναφορά.
Εύχομαι, το 2022, να αποτελέσει την αφετηρία για την ανατροπή αυτής της καθηλωτικής αντίληψης και πρακτικής.
Εύχομαι καλή και γόνιμη χρονιά σε όλους τους Αντιρριώτες, και βεβαίως να συγχαρώ αυτούς που ξεκίνησαν αυτή τη σημαντική πρωτοβουλία.

«Αρχαία Μακύνεια: παρουσίαση ενός οικισμού με μακραίωνη κατοίκηση στην Αιτωλία»

  Την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024 θα πραγματοποιηθεί στο Ξενοκράτειο Αρχαιολογικό Μουσείο στο Μεσολόγγι η εκδήλωση «Αρχαία Μακύνεια: παρουσί...